Την Αλκυόνη θα τη δούμε το χειμώνα να πετά πάνω από τις
λίμνες , να κάθεται στις άκρες των καλαμιών και στα κράσπεδα των καναλιών
έτοιμη να εφορμήσει στην τροφή της. Ώρες πολλές μπορεί να κάθεται ακίνητη στις
άκρες λιμνών ή ποταμών πάνω σε ένα καλάμι ή βραχάκι. Μόλις θα δει κάποιο ψάρι
κοντά στην επιφάνεια του νερού, εφορμά κάθετα με τα φτερά της διπλωμένα.
Αστραπιαία, με το μυτερό και δυνατό της ράμφος, το αρπάζει και σε κλάσματα του
δευτερολέπτου έχει βγει από το νερό. Θα απολαύσει το γεύμα της αρχίζοντας
συνήθως από το κεφάλι και αφού τινάξει και τακτοποιήσει το φτέρωμά της είναι
έτοιμη για νέα επίθεση.
Πολλές φορές πριν βουτήξει για να αρπάξει εντυπωσιακά τη
λεία της, φτερουγίζει επιτόπου το ίδιο εντυπωσιακά!
Είναι ίσως το πουλί του τόπου μας με το πιο χαρακτηριστικό
πτέρωμα. Έντονα μεταλλικό γαλάζιο στο πάνω μέρος, λευκός λάρυγγας, λευκή κηλίδα
στο λαιμό στο κάτω μέρος και μάγουλα πυρόξανθα με κόκκινα πόδια.
Φωλιάζει σε πρανή κοντά στο νερό, φτιάχνοντας μια σήραγγα
όπου γεννά έξι-εφτά στρογγυλά αυγά.
Το γρήγορο, ίσιο και χαμηλό πέταγμά της πάνω από το νερό,
δίνει την εντύπωση γαλάζιου βέλους που σχίζει τον αέρα!Ο παγωμένος Ιανουάριος είναι ο μήνας που είναι περισσότερο
συνδεδεμένος σύμφωνα με τη μυθολογία με αυτό το πουλί.
Όλοι ξέρουμε τις «Αλκυονίδες ημέρες», που εμφανίζονται κάθε
χρόνο στη μέση του χειμώνα. Είναι μερικές ηλιόλουστες μέρες χωρίς σύννεφα και
ανέμους στο χρονικό διάστημα από τις 15 Δεκεμβρίου ως τις 15 Φεβρουαρίου. Η
ονομασία τους είναι αρχαία ελληνική και προέρχεται από τον Αριστοτέλη. Τις
ημέρες αυτές επικρατεί ηλιοφάνεια, αρκετή ζέστη και σχετική άπνοια και μέσα στη
καρδιά του χειμώνα απολαμβάνουμε μερικές ημέρες καλοκαιρίας, κατά τη διάρκεια
των οποίων η ελάχιστη θερμοκρασία δεν κατεβαίνει κάτω από τους 4 βαθμούς και η
μέγιστη δεν υπερβαίνει τους 14 βαθμούς Κελσίου. Το καιρικό αυτό φαινόμενο
παρατηρείται στην Ελλάδα και στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι αρχαίοι μας πρόγονοι,
που όλα τα εξηγούσαν με μύθους, είχαν πλάσει και γι’ αυτό το αξιοπρόσεκτο
φαινόμενο ένα μύθο, το μύθο της Αλκυόνης.
Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν παρατηρήσει ότι στη μέση περίπου
του χειμώνα, παρουσιαζόταν ένα δεκαήμερο περίπου διάστημα καλοκαιρίας. Συνήθως
μέρες με ήλιο, δίχως άνεμο με σχεδόν ανοιξιάτικη θερμοκρασία. Συνηθέστερο
διάστημα εμφάνισης των ημερών αυτών ήταν και (μάλλον) εξακολουθεί να είναι το
δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου, διάστημα κατά το οποίο γεννούν τα αυγά
τους τα πουλιά αλκυόνες.
μύθος της Αλκυόνης: Στη θεσσαλική πόλη Τραχίνα βασίλευε ο
Κύηκας. Πως να μην ήταν ευτυχισμένος αυτός. Νέος ήταν. Πλούσιος ήταν. Γενναίος
ήταν. Όμορφος. Αυτό κι αν ήταν. Κι ήταν και βασιλιάς, μην το ξεχνάμε! Είχε
δηλαδή-μην τα πολυλογούμε- όλα τα καλά του κόσμου μαζεμένα πάνω του. Όταν
αποφάσισε να παντρευτεί, διάλεξε για γυναίκα του μια πανέμορφη γυναίκα, την
Αλκυόνη, κόρη της Ενάρετης και του θεού των ανέμων, του γνωστού Αιόλου.
Τόση και τέτοια ήταν η αγάπη τους και ευτυχισμένες τόσο ήταν
οι μέρες τους μαζί που σιγά σιγά άρχισαν να νιώθουν σα θεοί ή μάλλον για να το
πω καλύτερα…ίσοι με τους θεούς. Ο Κήυκας ένιωθε σαν το βασιλιά των θεών, το
Δία, και η Αλκυόνη σαν τη θεά Ήρα. Και καθόλου δεν άργησαν να φωνάζονται με
αυτά ακριβώς τα ονόματα: Δίας ο Κήυκας, Ήρα η Αλκυόνη. Το χειρότερο ήταν όμως
ότι ήθελαν και από τους κατοίκους της πόλης να τους φωνάζουν με αυτά τα
ονόματα. Τόση ήταν η αγάπη κι η ευτυχία τους!
Οι κάτοικοι δεν είχαν πρόβλημα. Καλός ήταν ο βασιλιάς, καλή
και τρίκαλη η βασίλισσά τους. Άλλος είχε το πρόβλημα: ο Δίας, ο ίδιος ο Δίας, ο
κανονικός! Οργίστηκε ο βασιλιάς των θεών και μεγάλη τιμωρία σκέφτηκε να τους
επιβάλλει για την αλαζονεία τους.
Μια μέρα που ο Κύηκας έπλεε με το καράβι του για κάποιο
μέρος κοντινό, ο Δίας τον έζωσε με βροντές, αστραπές και καταιγίδες και το
καράβι του γίνηκε κομμάτια. Αβοήθητος μες τη φορτούνα παρασύρθηκε από τα νερά
και μάλλον χάθηκε στο βαθύ πέλαγο (κατά άλλη εκδοχή ο Δίας τον μεταμόρφωσε στο
θαλασσοπούλι Κήυκα ή σε γλάρο)
Μόλις η Αλκυόνη έμαθε το χαμό του Κήυκα, έτρεξε αμέσως να
τον βρει μη πιστεύοντας πως είχε πνιγεί. Σπασμένα σανίδια από κάποιο καράβι
είδε, κάποια κουρέλια είδε, κατάλαβε κι άρχισε να κλαίει πάνω στο βράχο.
Πέρασε η μέρα, έφθασε η νύχτα, ξημέρωσε το επόμενο πρωί κι
ήρθε η επόμενη νύχτα. Και σαν αυτές, ήρθαν μέρες και νύχτες πολλές κι η Αλκυόνη
το κλάμα δε σταματούσε.
Ο Δίας την πόνεσε. Στεναχωρήθηκε για τον καημό της και τη
μεταμόρφωσε σε πουλί, τελειώνοντας το κλάμα, τον πόνο και το μαρτύριο της για
το χαμό του αγαπημένου της.Η Αλκυόνη από τότε είναι ένα πανέμορφο ψαροπούλι. Ζει κοντά
στις θάλασσες και κοιτά διαρκώς τα νερά της μήπως και εμφανιστεί πάνω σε κάποιο
αφρισμένο κύμα ο αγαπημένος της Κύηκας.
Όμως, η Αλκυόνη γεννάει τα αβγά της κάθε Ιανουάριο κι όχι
την άνοιξη όπως τα περισσότερα πουλιά. Και τα γεννάει στους βράχους των
ακροθαλασσιών. Τα ορμητικά κύματα όμως της τα έσπαγαν κι ο θρήνος γινόταν ακόμα
μεγαλύτερος. Ο Δίας τη συμπόνεσε δεύτερη φορά (μετά το μαρτύριο που της είχε
χαρίσει ασφαλώς). Έτσι, πήρε την απόφαση να καταλαγιάζουν για 10-15 μέρες τα
κρύα και οι άνεμοι μέσα στον Ιανουάριο, ώστε να μπορεί η Αλκυόνη να κλωσάει τα
αβγά της. Τούτες οι μέρες πήραν το όνομά της κι Αλκυονίδες τις λένε εκατοντάδες
χρόνια οι Έλληνες…